Κατάνια – Σικελία, 9-10 Φεβρουαρίου, 2016:
Συνάντηση εργασίας της ΕΕ (DG MARE) και του Περιφερειακού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου της ΕΕ για την Αλιεία στη Μεσόγειο (MEDAC), για την κατάσταση των μεσογειακών ιχθυαποθεμάτων και την εφαρμογή της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής

96% των ιχθυαποθεμάτων της Μεσογείου στα ευρωπαϊκά νερά υφίστανται υπερεκμετάλλευση και οι Μεσογειακές περιβαλλοντικές οργανώσεις, με μια κοινή δήλωση, καλούν τον Επίτροπο Vella και τους εκπροσώπους των μεσογειακών χωρών της ΕΕ, στο πλαίσιο της συνάντησης στην Κατάνια, να λάβουν έκτακτα μέτρα για να αναστραφεί η τρέχουσα ανησυχητική κατάσταση.

”Η χρόνια πολιτική αδράνεια και η άρνηση του προβλήματος από πλευράς των αρχών, σε συνδυασμό με την κακοδιαχείριση έχουν οδηγήσει στην εξάντληση των αλιευτικών πόρων της Μεσογείου αλλά και ολόκληρου του αλιευτικού τομέα», δήλωσε η εκπρόσωπος του Ινστιτούτου «Αρχιπέλαγος» Αναστασία Μήλιου και οι εκπρόσωποι των Fundacio ENT, Greenpeace Ιταλίας, Legambiente, Marevivo και MedReAct. «Αν δεν αντιμετωπιστούν άμεσα και αποτελεσματικά οι παράγοντες υποβάθμισης, θα είναι αναπόφευκτη η κατάρρευση των αλιευτικών πόρων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι εθνικές αρχές πρέπει να λάβουν έκτακτα και αποτελεσματικά μέτρα για την καταπολέμηση της παράνομης και καταστροφικής αλιείας, αλλά και για την ανάπτυξη μακροπρόθεσμων σχεδίων ανάκαμψης των ιχθυαποθεμάτων. Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις προτείνουν μία σειρά από μέτρα όπως τα παρακάτω:

▪ Θέσπιση έκτακτων μέτρων και σχεδίων αποκατάστασης για τα αποθέματα για τα οποία η θνησιμότητα λόγω της αλιείας έχει φτάσει σε μη βιώσιμα επίπεδα.

▪ Θέσπιση ορίων στα αλιεύματα και στην αλιευτική προσπάθεια βάσει των διαθέσιμων επιστημονικών συμβουλών και εξασφάλιση ότι τα ποσοστά εκμετάλλευσης είναι ανάλογα με τη δυνατότητα ανάκαμψης των ιχθυαποθεμάτων.

▪ Ουσιαστική προστασία των ευαίσθητων παραγωγικών θαλάσσιων οικοτόπων, μέσω της εφαρμογής της ισχύουσας νομοθεσίας που επί χρόνια αγνοούν επιλεκτικά οι περισσότερες μεσογειακές χώρες, όπως για παράδειγμα η Ελλάδα!

▪ Ενίσχυση του ελέγχου των αλιευτικών δραστηριοτήτων, στη θάλασσα και την ξηρά, με παράλληλη εφαρμογή κυρώσεων.

▪ Ουσιαστική αξιοποίηση των μέτρων και πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας και Αλιείας (ΕΤΘΑ), εξασφαλίζοντας όμως ότι τα σκάφη που εμπλέκονται σε δραστηριότητες παράνομης αλιείας δεν θα έχουν πρόσβαση σε ευρωπαϊκά αλιευτικά κονδύλια.

Η αναθεωρημένη Κοινή Αλιευτική Πολιτική (ΚΑλΠ), ορίζει ότι η ΕΕ θα δώσει ένα τέλος στην υπεραλίευση έως το 2015 ή το αργότερο έως το 2020, με στόχο να εξασφαλίσει την ανάκαμψη των ιχθυαποθεμάτων. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος είναι απαραίτητο να αναστραφεί η πολιτική αδράνεια που χαρακτηρίζει την αλιευτική διαχείριση στις Μεσογειακές χώρες της ΕΕ.

Χωρίς δυναμικές, στοχευμένες παρεμβάσεις και την άμεση λήψη μέτρων για την προστασία των Μεσογειακών ιχθυαποθεμάτων, τα επόμενα χρόνια θα υποστούμε τις δυσμενείς συνέπειες των κοντόφθαλμων πολιτικών. «Το αποτέλεσμα της δράσης και του έργου από 2 γενιές πολιτικών, αλιευτικών αρχών και ψαράδων, είναι να έχει προκληθεί τέτοια δραματική υποβάθμιση στις θάλασσές μας, όση δεν προκλήθηκε μέσα σε χιλιάδες χρόνια! Δεν έχουμε άλλα περιθώρια να συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε τα πραγματικά προβλήματα της αλιείας με τεχνοκρατικούς και γραφειοκρατικούς όρους», ανέφερε η κα. Μήλιου, διευθύντρια έρευνας του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας Αρχιπέλαγος, στο πλαίσιο της συνάντησης στην Κατάνια. Το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος, ως μέλος του Περιφερειακού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου της ΕΕ για την Αλιεία στη Μεσόγειο (MEDAC), στοχεύει να ωθήσει προς την ουσιαστική και ορθή αξιοποίηση κάθε μέτρου της νέας ΚΑλΠ και κάθε πόρου του ΕΤΘΑ, έτσι ώστε να μπορέσει να υπάρξει πραγματική ανάκαμψη των ιχθυαποθεμάτων και θαλασσίων οικοσυστημάτων, στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο, αλλά και να μην επαναληφθεί η άσκοπη κατασπατάληση πόρων της προηγούμενης πενταετίας, χωρίς αποτέλεσμα για τις θάλασσές μας.

Δείτε εδώ την «Κατάσταση των εμπορικών ιχθυαποθεμάτων στα Ευρωπαϊκά ύδατα της Μεσογείου» – δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία για τις Ελληνικές θάλασσες, καθώς το υπουργείο δεν έχει υποβάλλει αλιευτικά δεδομένα στην ΕΕ (όπως οφείλει), εδώ και 8 χρόνια, δημιουργώντας πολυάριθμες απορίες για την σκοπιμότητα αυτής της απαράδεκτης παράλειψης. Κάθε φορά όμως που επιχειρείται η εφαρμογή μέτρων διαχείρισης στην Ελλάδα, αυτά αναιρούνται λόγω έλλειψης επιστημονικών στοιχείων για τα αλιεύματα στις ελληνικές θάλασσες και δηλώνεται ότι «αφού δεν υπάρχουν στοιχεία, δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι υπάρχει υπεραλίευση».

Αφήστε μια απάντηση