Άραγε εδώ στην Ελλάδα θα μπορέσουμε να συνειδητοποιήσουμε εγκαίρως την πραγματική αξία των θαλασσών μας και των πραγματικών μας φυσικών πόρων ως ένα σημαντικό και αναντικατάστατο, μοναδικό παγκοσμίως, συγκριτικό πλεονέκτημα; Θα αντλήσουμε γνώση από το πάθημα των άλλων, ή θα χρειαστεί να περιμένουμε και εμείς ένα ατύχημα, και μόλις «έρθει ο ουρανός στο κεφάλι μας», να αρχίσουμε με τη σειρά μας να υπολογίζουμε κατόπιν εορτής τι χάσαμε και τι θα στερήσουμε από τις επόμενες γενιές; Ακόμα και μικρή πιθανότητα ατυχήματος να υπάρχει, αξίζει άραγε το ρίσκο να προκαλέσουμε μη-αναστρέψιμη οικολογική και κοινωνικό-οικονομική καταστροφή και να ακυρώσουμε τα πραγματικά συγκριτικά μας πλεονεκτήματα ως χώρα;
Καθώς η Ε.Ε. εστιάζει σε στρατηγικές γαλάζιας και πράσινης ανάπτυξης, σε μία εποχή που θεωρείται επαναστατική για τη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα στις πολυάριθμες ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, πιστεύουμε πραγματικά ότι οι εξορύξεις αποτελούν βιώσιμη στρατηγική ανάπτυξης για την Ελλάδα; Σύμφωνα με τις τρέχουσες προβλέψεις, σε λιγότερο από μία δεκαετία ο πλανήτης θα έχει μεταβεί αποφασιστικά από τα ορυκτά καύσιμα στις ΑΠΕ και την ήπια διαχείριση των φυσικών πόρων, με πρώτη δραστική αναμενόμενη αλλαγή στην τεχνολογία των αυτοκινήτων που σήμερα καταναλώνουν περισσότερα τα μισά καύσιμα παγκοσμίως. Αναμένεται μάλιστα και συνεπακόλουθη κάθετη μείωση στην τιμή του πετρελαίου. Αξιοσημείωτο είναι ότι ανάμεσα στους πρωτοπόρους στην ανάπτυξη και εφαρμογή νέων μορφών ΑΠΕ είναι η Νορβηγία, η μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα της Ευρώπης και μία από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως. Στη Νορβηγία μάλιστα τα τελευταία χρόνια, έχει εγκατασταθεί δίκτυο “πρατηρίων” όπου γίνεται αυτό-παραγωγή και διάθεση υδρογόνου για χρήση ως καύσιμο αυτοκινήτων, ενώ πολυάριθμες είναι οι χώρες ανά τον πλανήτη που εγκαθιστούν γιγαντιαία δίκτυα σταθμών φόρτισης των ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων, τα οποία άλλωστε αναμένεται να επικρατήσουν τα επόμενα χρόνια.
Στην περίπτωση που η Ελλάδα επιλέξει τελικά να ακολουθήσει την στρατηγική ανάπτυξης μέσω των εξορύξεων υδρογονανθράκων σε στεριά και θάλασσα, οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι η πορεία αυτή θα είναι μη-αναστρέψιμη, καθώς όταν γίνουν οι πρώτες εγκαταστάσεις και επενδύσεις δε θα είναι δυνατόν να ανασταλούν έπειτα από λίγα χρόνια.
Οφείλουμε επίσης να γνωρίζουμε ότι για τις εταιρείες εξόρυξης, η Ελλάδα αποτελεί στρατηγικό στόχο, όχι για τα μικρά κοιτάσματά της, αλλά για το γεγονός ότι εάν ανοίξει το δρόμο για εξορύξεις υδρογονανθράκων σε μία τουριστική περιοχή της Ε.Ε., υψηλής φυσικής αξίας, έπειτα θα μπορούν να διεκδικήσουν εξορύξεις σε πολυάριθμες αντίστοιχες περιοχές του πλανήτη στις οποίες έχουν ήδη στοχεύσει.
Με στόχο την αποφυγή αυτού του τεράστιου κινδύνου, το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος, δίνοντας μία καθημερινή μάχη για την άμυνα της φύσης των ελληνικών θαλασσών, κάνει μία έκκληση στην κοινωνία των πολιτών να σταθεί άμεσα στο ύψος των περιστάσεων. Είναι χρέος όλων μας να ασκήσουμε την απαραίτητη πίεση και να ωθήσουμε την πολιτεία να διασφαλίσει το μακροπρόθεσμο όφελος των Ελλήνων πολιτών και όχι συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα.
Για το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος»
Θοδωρής Τσιμπίδης
Διευθυντής