Ως έκφραση της νεοελληνικής πολιτικής κουλτούρας εξυπηρέτησης βραχυπρόθεσμων συμφερόντων, ανεξαρτήτως επιπτώσεων, μεταφράζεται η αρνητική και αδιάλλακτη στάση που κράτησε ο Έλληνας υπουργός Θαλάσσιων Υποθέσεων, Αλιείας & Νήσων κ. Γιάννης Διαμαντίδης στο θέμα της μείωσης της ποσόστωσης στην αλιεία του ερυθρού τόνου, κατά τη χθεσινή σύνοδο των αρμόδιων υπουργών σε θέματα αλιείας στο Λουξεμβούργο.

Τρεις εβδομάδες πριν την ετήσια συνεδρίαση της Διεθνούς Επιτροπής για τη διατήρηση του τόνου στο Παρίσι (17-27 Νοεμβρίου), οι χώρες της ΕΕ δεν κατάφεραν να καταλήξουν σε κοινή απόφαση στο θέμα των ποσοστώσεων. Τα κράτη-μέλη της Μεσογείου έσπευσαν να ταχθούν ενάντια στη μείωση των ποσοστώσεων στην αλιεία του ερυθρού τόνου, γεγονός που οδηγεί τα ήδη μειωμένα ιχθυαποθέματα τόνου σε νομοτελειακή κατάρρευση.

Σύμφωνα και με τα στοιχεία που έχει αναφέρει και η Ελληνίδα Επίτροπος Θαλάσσιων Υποθέσεων & Αλιείας κα Δαμανάκη, εάν συνεχιστούν οι σημερινοί ρυθμοί και πρακτικές αλιείας, σε δέκα χρόνια θα έχουν παραμείνει υγιή, μόλις έξι με οκτώ από τα 136 εμπορικά ιχθυαποθέματα των ευρωπαϊκών θαλασσών.

Αν και παρατηρήθηκε η πρόθεση από πολλούς υπουργούς αλιείας (ακόμα και από κράτη με παραδοσιακά αδιάλλακτη στάση στο συγκεκριμένο θέμα, όπως Μ.Βρετανία, Γερμανία, Σουηδία, Ολλανδία) να συνταχθούν με τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Αλιεία, σχετικά με μείωση της ποσόστωσης στην αλιεία του ερυθρού τόνου για τον επόμενο χρόνο (από 13.500 τόνους που ισχύει σήμερα), τα Μεσογειακά κράτη (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Μάλτα, Κύπρος, Πορτογαλία) συντάχθηκαν με την πρόταση της Γαλλίας που υποστήριξε τη διατήρηση της ισχύουσας ποσόστωσης.

Ιδιαίτερα αρνητική εντύπωση προκάλεσε η αδιάλλακτη στάση του Έλληνα υπουργού κ. Γιάννη Διαμαντίδη, ο οποίος σε αντίθεση με πρόσφατες δηλώσεις του περί προώθησης της αειφόρου αλιείας, αρνήθηκε οποιαδήποτε μείωση της ποσόστωσης της αλίευσης του τόνου στην Ελλάδα. Πέραν τούτου έφτασε στο σημείο να ζητήσει αύξηση των μονάδων πάχυνσης ερυθρού τόνου στην Ελλάδα, παρόλο που είναι γνωστές οι επιβαρυντικές τους επιπτώσεις τόσο στα θαλάσσια οικοσυστήματα, όσο και στην αλιεία καθώς απαιτούνται τεράστιες ποσότητες αλιευμάτων για να τραφούν (εν ολίγοις, θα συνεχίσουμε να αφαιρούμε αλιεύματα από τις θάλασσες μας, για να ταΐζουμε και έπειτα να εξάγουμε ψάρια που μεγαλώνουν σε κλωβούς ιχθυοτροφείων καταστρέφοντας παράλληλα τα παράκτια οικοσυστήματα και τα ιχθυαποθέματα).

Η ελληνική κυβέρνηση και το νεοσύστατο υπουργείο Θαλάσσιων Υποθέσεων, Αλιείας & Νήσων συνεχίζει απαρεγκλίτως τον δρόμο των προκατόχων του: 
Κενού περιεχομένου εξαγγελίες, αδιαφορία για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της αλιείας, αγνωσία για τις τεκμηριωμένες επιστημονικές μελέτες και πορίσματα που τονίζουν την κρισιμότητα της κατάστασης και τοποθέτηση στην κορυφή της πολιτικής του ατζέντας την εξυπηρέτηση βραχυπρόθεσμων κεφαλαιακών και μικροπολιτικών συμφερόντων.

Η στάση αυτή – ιδίωμα της νεοελληνικής πολιτικής κουλτούρας που τείνει να γίνει παράδοση – οδηγεί με ακρίβεια τα ιχθυαποθέματα σε κατάρρευση και σβήνει τις όποιες ελπίδες για αειφόρο ανάπτυξη της αλιείας, με τεράστιες και πολυποίκιλες επιπτώσεις για τα θαλάσσια οικοσυστήματα, την αλιεία και τις παράκτιες τοπικές κοινωνίες.