Την προηγούμενη εβδομάδα ολοκληρώθηκε στο Παρίσι συνάντηση εργασίας του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου της Ε.Ε. για την Ιχθυοκαλλιέργεια στην Ευρώπη, με κύριο θέμα την Προώθηση της Αειφόρου Ιχθυοκαλλιέργειας. Το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» δεδομένης της εξειδίκευσής του στην έρευνα των επιπτώσεων των υπερεντατικών πρακτικών ιχθυοκαλλιέργειας, έχει οριστεί μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου, αποτελώντας τον μοναδικό ελληνικό περιβαλλοντικό φορέα που συμμετέχει σε αυτό.

Το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος βρίσκεται σε στενή συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Seas at Risk, το οποίο συντονίζει τις κοινές παρεμβάσεις των περιβαλλοντικών φορέων που συμμετέχουν στο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο. Όπως αναφέρει η Belen Quintana, εκπρόσωπος του Ινστιτούτου Αρχιπέλαγος στο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο, «κοινός μας στόχος είναι η προώθηση πρακτικών ιχθυοκαλλιέργειας που είναι πραγματικά αειφόρες και βιώσιμες (περιβαλλοντικά και κοινωνικά), αλλά και η καταπολέμηση της υπερεντατικής ιχθυοκαλλιέργειας που προκαλεί σημαντική επιβάρυνση στα οικοσυστήματα, τους θαλάσσιους πόρους, την αλιεία και τον τουρισμό, παράγοντας χαμηλής ποιότητας προϊόντα».

Προστατευόμενα Λιβάδια Ποσειδωνίας. Ένα παραγωγικό, υγιές λιβάδι (αριστερά) Ένα υποβαθμισμένο από παρακείμενη ιχθυοκαλλιέργεια (δεξιά)

Η ιχθυοκαλλιέργεια ως πρακτική έχει τις ρίζες της στα αρχαία χρόνια, όμως με τον τρόπο που υλοποιείται στην Ελλάδα κατά τις τελευταίες δεκαετίες – ακολουθώντας πρότυπα διαχείρισης οικονομολόγων και όχι τα πρότυπα των ιχθυοτρόφων – έχει καταλήξει να αποτελεί άλλη μία προβληματική βιομηχανική πρακτική στην Ελλάδα. Ενδεικτικό είναι ότι αν και πολλοί αποκαλούν την ιχθυοκαλλιέργεια “βαριά βιομηχανία της Ελλάδας”, οι μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου έχουν χρέη στις τράπεζες που προσεγγίζουν το 1 δις ευρώ και βρίσκονται πλέον υπό τραπεζική διαχείριση, έχοντας λάβει τα προηγούμενα χρόνια δεκάδες εκατομμύρια επιδοτήσεων από πόρους της Ε.Ε.

Ευτυχώς όμως υπάρχουν και στην Ελλάδα οι λίγες λαμπρές εξαιρέσεις μικρότερων εταιρειών ιχθυοκαλλιέργειας που ακολουθούν ορθές πρακτικές, παράγουν ποιοτικά προϊόντα και διατηρούν πολυάριθμες θέσεις εργασίας σε περιοχές όπου οι εναλλακτικές απασχόλησης είναι περιορισμένες. Δέχονται όμως τον αθέμιτο ανταγωνισμό από εταιρείες των οποίων επενδυτικές πρακτικές βασίζονται στη συσσώρευση χρεών που έπειτα μετακυλύουν στις τράπεζες ή το δημόσιο, ενώ συχνά πωλούν τα προϊόντα τους σε τιμές κάτω του κόστους, με αποτέλεσμα να ακυρώνουν κάθε βιώσιμη επένδυση και προσπάθεια.

Οι επιπτώσεις αυτών των υπερεντατικών πρακτικών ιχθυοκαλλιέργειας είναι πολυεπίπεδες περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά. Το Ινστιτούτο Αρχιπέλαγος, έχοντας ως προτεραιότητα την προστασία των θαλασσών, μέσα από τη συμμετοχή του στο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο της Ε.Ε. για την Ιχθυοκαλλιέργεια στην Ευρώπη, στοχεύει με γνώμονα τον ρεαλισμό και την ισορροπία, να προωθεί μορφές ανάπτυξης της ιχθυοκαλλιέργειας που δεν θα προκαλούν αυτό το μεγάλο περιβαλλοντικό αποτύπωμα το οποίο σήμερα, σε πολλές περιοχές, υποβαθμίζει τις θάλασσές μας.

 

Αφήστε μια απάντηση