Οι επιστήμονες του «Αρχιπελάγους» εξηγούν ότι η διεθνής εμπειρία καταδεικνύει πως σε μια περιοχή όπου γίνεται άντληση υδρογονανθράκων από τη θάλασσα τα ατυχήματα είναι αναπόφευκτα, όσο αυστηροί περιβαλλοντικοί όροι και μέτρα πρόληψης κι αν τηρούνται: «Για αυτόν το λόγο θεωρούμε παράλογο να πραγματοποιηθούν τέτοιες δραστηριότητες σε τουριστικές περιοχές θεμελιώδους σημασίας για την ελληνική οικονομία, όπως είναι οι θάλασσές μας».

Υπενθυμίζουν τα αλλεπάλληλα ατυχήματα στον Κόλπο του Μεξικού: «Το 2010 έκρηξη σε εξέδρα άντλησης πετρελαίου της ΒΡ είχε αποτέλεσμα 5 εκατ. βαρέλια αργού πετρελαίου να χυθούν στον Κόλπο του Μεξικού, από το Τέξας μέχρι την Αλαμπάμα, έως ότου καταφέρουν να κλείσουν το πηγάδι εξόρυξης τρεις μήνες αργότερα. Το πετρέλαιο κάλυψε 180.000 τ. χλμ. θάλασσας και ακτής (δηλαδή περισσότερο από δύο φορές την έκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας, τα οποία είναι 80.000 τ. χλμ.). Παράλληλα, χρησιμοποιήθηκαν και περισσότεροι από 5.500 τόνοι τοξικών χημικών διασκορπιστικών (σύμφωνα με επίσημες παραδοχές της ΒΡ και ίσως πολύ περισσότεροι στην πραγματικότητα).

Τότε, η αμερικανική κυβέρνηση παρατηρούσε ως θεατής για μήνες τη μη αναστρέψιμη οικολογική και κοινωνικο-οικονομική καταστροφή, ανήμπορη να επέμβει ουσιαστικά.

Επειτα από τα ιδιαίτερα αυστηρά μέτρα ασφαλείας που λήφθηκαν, η διαρροή στην ίδια περιοχή ξεκίνησε και πάλι, σε μικρότερο βαθμό, τον Αύγουστο του 2011, το Μάρτιο και τον Οκτώβριο του 2012. Νέο σοβαρό ατύχημα συνέβη, επίσης, σε άλλη εξέδρα άντλησης πετρελαίου τον περασμένο Νοέμβρη.

»Κατόπιν εορτής, έγιναν μελέτες προκειμένου να υπολογιστεί η χρηματική αξία που είχαν τα εκεί οικοσυστήματα προ του ατυχήματος. Μόνο στην πολιτεία της Λουιζιάνας εκτιμάται ότι τα οικοσυστήματα είχαν αξία περίπου 12 έως 47 δισ. δολάρια ως ετήσια οικονομικά οφέλη στις τοπικές κοινωνίες, ενώ η συνολική αξία τους ως οικονομικός πόρος εκτιμάται στα 1,3 τρισ. Και αυτά σε μια περιοχή όπου η παράκτια ζώνη της αποτελείται κυρίως από βάλτους και υδροβιότοπους. Ποια, άραγε, θα ήταν η εκτίμηση για τη χρηματική αξία των ελληνικών θαλάσσιων οικοσυστημάτων;» διερωτάται ο κ. Τσιμπίδης.