Στο πλαίσιο των συζητήσεων που λαμβάνουν χώρα τη τελευταία περίοδο γύρω από το θέμα του καταδυτικού τουρισμού και το μέλλον των καταδυτικών πάρκων στην Ελλάδα, το Αρχιπέλαγος θέτει επί τάπητος τα θέματα που αφορούν στην κατάδυση όπως αυτή γίνεται σήμερα και στην αντίστοιχη μορφή θεματικού τουρισμού στην Ελλάδα, τα προβλήματα, τις προοπτικές και τις ευκαιρίες ανάπτυξης.

Η θέση που εξέφρασε η κ. Αναστασία Μήλιου, Συντονίστρια Επιστημονικής Έρευνας & Δράσεων Προστασίας του Αρχιπελάγους ,.Ι.Θ.Α.Π.Ε.Α. στο συνέδριο που διοργάνωσε στις 7-9 Νοεμβρίου ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εκπαιδευτών Κατάδυση με θέμα “Κατάδυση στην Ελλάδα – Δυνατότητες και Προοπτικές Ανάπτυξης Επιχειρηματικότητας” είναι ξεκάθαρη:
Ναι στην αυτόνομη κατάδυση και στην ανάπτυξη μίας νέας μορφής τουρισμού που προσελκύει χιλιάδες τουρίστες σε άλλες γωνιές του πλανήτη, αλλά με όρους και κανόνες θεσμοθετημένους, διαυγείς και κυρίως εφαρμόσιμους.

Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι στις περιπτώσεις που ο καταδυτικός τουρισμός έγινε εντατικά και ανεξέλεγκτα είχε δραματικές επιπτώσεις στα οικοσυστήματα, λόγω της εκούσιας ή μη καταστροφής που μπορεί να προκληθεί κατά την κατάδυση. Η πραγματικότητα αποδεικνύει, πως για άλλη μία φορά καθιστούμε εαυτούς ανάξιους να συμπεριφερθούμε στα οικοσυστήματα όπως τους αρμόζει και να διαχειριστούμε το απλούστερο όλων: την υποβρύχια παρατήρηση τους με παράλληλη τιθάσευση της παρεμβατικότητας μας σε οτιδήποτε μοιάζει διαφορετικό, εκμεταλλεύσιμο και μας προσελκύει το ενδιαφέρον.

Προβλήματα – Απειλές
Το σημαντικότερο πρόβλημα εντοπίζεται στην παντελή απουσία ελέγχου των δραστηριοτήτων αυτόνομης κατάδυσης, στην έλλειψη στοιχειωδών γνώσεων γύρω από τα θαλάσσια οικοσυστήματα και τα είδη που τα στηρίζουν και στην ανυπαρξία μηχανισμών που θα αναλάβουν τη περιβαλλοντική εκπαίδευση των δυτών και θα αυξήσουν τα επίπεδα ευαισθητοποίησης τους, ώστε οι καταδυτικές δραστηριότητες να είναι πάντα φιλικές προς το περιβάλλον.
Πρακτικές όπως η αυτόνομη κατάδυση με ψαροτούφεκο, ακόμα και τη νύχτα, και η συλλογή, εν είδη σουβενίρ, με κοχύλια, αστερίες, πίνες κ.α εμφανίζουν ένα εύρος συμπεριφοράς που εκκινά από την άγνοια και καταλήγει στην ασυνειδησία.
Οι παράγοντες δε που δυσχεραίνουν την κατάσταση είναι η βραδεία ανάπτυξη που εμφανίζουν ορισμένα είδη θαλάσσιας χλωρίδας και πανίδας και η μη καταγραφή πολλών εξ αυτών. Είναι χαρακτηριστικό, ότι οποιαδήποτε έρευνα για την καταγραφή και μελέτη των ειδών, μεταξύ των οποίων και ορισμένων που συναντάμε πρώτη φορά, υλοποιείται από μεμονωμένους φορείς και με την πολιτεία να παρατηρεί εκ του μακρόθεν ή από τον γεωγραφικό χάρτη της Ελλάδας τα 15000 χλμ ακτογραμμής της χώρας μας.

Θεωρείται δεδομένο, ότι υπό διαφορετικές προϋποθέσεις η κατάδυση θα μπορούσε να είναι σημαντικός μοχλός προστασίας των οικοσυστημάτων και να αποτελέσει εξαιρετικό αντικείμενο ποιοτικού θεματικού τουρισμού, προσελκύοντας χιλιάδες λάτρεις της θάλασσας. Όσο όμως υπολειτουργούν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και δεν εφαρμόζεται ο κανονισμός λιμένος σε σχέση με την κατάδυση, τότε το ζήτημα του καταδυτικού τουρισμού θα εξακολουθεί να κινείται σε ρηχά και θολά νερά, σε σημεία δηλαδή όπου οι δυνατότητες ανάπτυξης είναι περιορισμένες. Αιτίες όπως η έλλειψη προσωπικού, υλικοτεχνικών μέσων και ο φόρτος εργασίας αποτελούν σίγουρα τροχοπέδη για τη σωστή λειτουργία των μηχανισμών ελέγχου. Ωστόσο, η αποκλειστική ευθύνη για την επίλυση αυτών των προβλημάτων και για τη δημιουργία ενός εθνικού πλάνου αξιοποίησης του φυσικού θαλάσσιου πλούτου και κατ’ επέκταση του καταδυτικού τουρισμού ανήκει στους αρμόδιους κρατικούς οργανισμούς.

Προτάσεις – Λύσεις
Σε ό,τι έχει να κάνει με την ιδιωτική πρωτοβουλία, οι διάφορες ομοσπονδίες και σύλλογοι δυτών, αλιέων θα μπορούσαν να αναπτύξουν μηχανισμούς αυτό-ελέγχου των καταδυτικών δραστηριοτήτων και σε συνεργασία με τις λιμενικές αρχές, και όχι υπό τη μορφή υποκατάστασης τους, να πράξουν τα απαραίτητα για την προστασία των οικοσυστημάτων και την ασφαλή κατάδυση. Το παράδειγμα της Θηροφυλακής θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει έναν πολύ χρήσιμο οδηγό για εφαρμογή κανόνων στην ερασιτεχνική αλιεία με ελεύθερη κατάδυση.

Αναφορικά με τη σωστή ανάπτυξη και βιώσιμη λειτουργία των καταδυτικών πάρκων, θα πρέπει να υπάρξει λεπτομερής χαρτογράφηση και απεικόνιση των οικοσυστημάτων, ώστε να προστατεύεται και να διαχειρίζεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η παράκτια ζώνη. Παράλληλα, εφόσον θα προσφέρεται οργανωμένος καταδυτικός τουρισμός, ο δύτης θα έχει την επιλογή να καταδυθεί με «ξεναγό» ο οποίος θα γνωρίζει τα οικοσυστήματα και τα είδη που ζουν σε αυτά. Το στοιχείο δηλαδή της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης θα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο, ενώ σε όλα τα στάδια της καταδυτικής δραστηριότητας θα δίδεται έμφαση στην προστασία των οικοτόπων.

Αν λοιπόν θέσουμε για μία φορά στην κορυφή της πυραμίδας τα απαραίτητα περιβαλλοντικά κριτήρια και όχι τα επιχειρηματικά, τα οποία θα προσαρμόζονται στη δράση και δεν θα τη διαμορφώνουν, τότε ίσως εξασφαλίσουμε ότι θα συνεχίσει να υπάρχει και το αντικείμενο του καταδυτικού τουρισμού.